ζιγκ (γαλλ. gigue, αγγλ. jig )
Ζωντανός χορός με προέλευση από την Ιρλανδία και την Αγγλία, συνήθως ο τελευταίος μιας τυπικής μπαρόκ σουίτας.
ζίγκσπιλ (Singspiel)
Σημαίνει «τραγουδιστό έργο». Η γερμανική εκδοχή της κωμικής όπερας, που περιλαμβάνει ομιλούμενο διάλογο (στα γερμανικά), δημοφιλή τραγούδια, χορωδιακά μέρη και οργανική μουσική.
ζογκλέρ (jongleurs)
Περιπλανώμενοι διασκεδαστές του Μεσαίωνα.